Υπεγράφη η σύμβαση πώλησης του 100% των μετοχών της Ελληνικού στη Lamda Development, ολοκληρώνοντας, όπως ανακοίνωσε το ΤΑΙΠΕΔ, με επιτυχία «μια απαιτητική διεθνή διαγωνιστική διαδικασία που διεξήχθη με τις πλέον αυστηρές δικλίδες ασφαλείας για το Δημόσιο και σε καθεστώς πλήρους διαφάνειας».
Σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης πώλησης, στο τίμημα των 915 εκατ. ευρώ προστίθεται και επιπλέον ποσό ύψους 1,2 δισ. ευρώ, που δεσμεύεται να καταβάλλει η εταιρία για την υλοποίηση των απαραιτήτων έργων σε επίπεδο υποδομών.
Μετά την έγκριση του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης, θα ακολουθήσει η καταβολή του ποσού και η μεταβίβαση των μετοχών στον αγοραστή.
Συνολικά θα επενδυθούν πάνω από 7 δισ. ευρώ εντός 15 ετίας.
Σε πρώτη φάση θα απασχοληθούν πάνω από 30.000 άτομα.
Το Δημόσιο θα έχει συμμετοχή 30% στα μελλοντικά κέρδη του επενδυτή.
LAMDA Development
«Η σημερινή υπογραφή είναι αποτέλεσμα μιας μακράς και διαφανούς διαδικασίας, η οποία ξεκίνησε με την προκήρυξη του διαγωνισμού τον Δεκέμβριο 2011 και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός δύο ετών περίπου, με την ικανοποίηση όλων των προϋποθέσεων για τη μεταβίβαση των ως άνω μετοχών για την έναρξη της μεγαλύτερης επένδυσης αστικής ανάπλασης στην Ευρώπη, συνολικής δαπάνης 8 δισ. ευρώ».
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή της η LAMDA Development S.A. μετά την υπογραφή της σύμβασης αγοραπωλησίας των μετοχών της «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΕ» από την 100% θυγατρική της εταιρεία ειδικού σκοπού «Hellinikon Global I S.A.» ως αγοράστρια και το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ ως πωλητή, με την εταιρεία να υπογράφει, επίσης, τη σύμβαση ως εγγυήτρια της αγοράστριας.
Η LAMDA Development επισημαίνει ότι η επένδυση υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και ενισχύει την εθνική προσπάθεια επίτευξης των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών στόχων της χώρας, αφού θα συμβάλει κατά 2% στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, θα δημιουργήσει περίπου 70.000 νέες θέσεις εργασίας, θα συμβάλει καθοριστικά στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων και θα ενδυναμώσει τη θέση της Ελλάδας και, ειδικότερα, της ευρύτερης περιοχής της Αττικής ως παγκόσμιου τουριστικού προορισμού, μέσω της προσέλκυσης 1.000.000 επιπλέον τουριστών, ετησίως.