του Κωνσταντίνου Ανδρέου*
Κάθε μέρα που περνάει μετράει, δήλωσε σιβυλλικά πριν λίγες μέρες στις Βρυξέλλες η Α. Μέρκελ, αναφερόμενη στο ελληνικό ζήτημα και πολλές είναι οι ερμηνείες που δόθηκαν από ξένους και εγχώριους αναλυτές, για το τι σημαίνει αυτό και για ποιο από τα δύο μέρη χτυπάει αντίστροφα το ρολόι. Είχε προηγηθεί η ξαφνική επιδείνωση του κλίματος μετά το τελεσίγραφο της τριμερούς του Βερολίνου, την ένταση μεταξύ Τσίπρα και Γιούνγκερ με τις αναπάντητες κλίσεις, την προσμονή της πολιτικής παρέμβασης σε συνάντηση κορυφής Τσίπρα, Μέρκελ και Ολάν και την ψυχρολουσία της Κομισιόν που απέρριπτε την απάντηση της Ελλάδος στην πρόταση των δανειστών.
Όπως φαίνεται και παρά τα συνεχή νέα όρια για το «τέλος χρόνου» που ποτέ δεν τηρούνται, οι εταίροι είτε μπλοφάροντας, είτε επειδή το εννοούν, δεν δείχνουν να βιάζονται για άμεση επίτευξη συμφωνίας με την Ελλάδα. Αντιθέτως, μέσω θηριωδών δημοσιευμάτων που συντονισμένα εμφανίζονται στο διεθνή τύπο, προφανώς κατόπιν στοχευμένων διαρροών, ασκούν αφόρητη ψυχολογική πίεση, τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην χώρα συνολικά, αναβιώνοντας και κραδαίνοντας τρομολαγνικά σενάρια καταστροφής. Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να κερδίσει χρόνο στο εσωτερικό και να δοκιμάσει τις αντοχές των εταίρων στο εξωτερικό, πιστεύοντας όπως δηλώνουν κορυφαία στελέχη της, ότι στο τέλος η άλλη πλευρά θα υποχωρήσει γιατί έχει περισσότερα να χάσει από μια ρήξη.
Δεν μας λένε βέβαια τι θα γίνει και ποιος θα είναι ο τρόπος που θα αντιδράσει, σε περίπτωση που τα πράγματα δεν εξελιχθούν έτσι και οι θεσμοί τελικά δεν κάνουν πίσω.
Λύσεις όπως πρόωρες εκλογές και δημοψηφίσματα, εκτός του γεγονότος ότι ο πρωθυπουργός στην τελευταία συνέντευξή του τα απέκλεισε, δεν μπορούν να πείσουν κανέναν, έστω και αν εξ ανάγκης επιλεγούν, ότι θα λύσουν το πρόβλημα, το οποίο θα περιμένει επίλυση από σαφώς δυσμενέστερη για τη χώρα θέση.
Ακόμα κι αν διεξαχθούν σε κατάσταση ανοχής από την ΕΚΤ και δεν κλείσει η στρόφιγγα της ρευστότητας, γιατί τότε θα μιλάμε για κάλπες με κλειστές τράπεζες και άδεια ΑΤΜ. Βέβαια υπάρχει και το ενδιάμεσο σενάριο που ούτε ρήξη προβλέπει, ούτε εκλογές, αλλά ένα τρενάρισμα των συνομιλιών μέχρι το φθινόπωρο, ή μέχρι τα μέσα του 2016, που είναι και το πιθανότερο.
Αυτό προβλέπει την με το σταγονόμετρο χρηματοδότηση της χώρας, ώστε να αποπληρώνει τις δόσεις στο ΔΝΤ και στην ΕΚΤ, τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων χωρίς όμως μονομερείς ενέργειες εκ μέρους της Ελλάδας και τις δαπάνες για τις εσωτερικές ανάγκες της χώρας να αντλούνται από ίδιους πόρους.
Φυσικά το σενάριο αυτό το απορρίπτει μέχρι στιγμής η ελληνική πλευρά, που επιδιώκει μια συνολική συμφωνία μακράς διαρκείας, η οποία να εμπεριέχει και την πρόβλεψη για διευθέτηση του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί σε βάθος χρόνου βιώσιμο.
Ωστόσο, ίσως τελικά να αναγκαστεί να το αποδεχθεί ως μέση λύση, καθώς τέλος Ιουνίου το τρέχον πρόγραμμα τελειώνει και η χώρα και οι τράπεζες θα βρεθούν στο κενό. Μπορεί μάλιστα η κυβέρνηση να κερδίσει χρόνο ώστε να μετριάσει την εσωκομματική αντίδραση στην υπογραφή ενός νέου μνημονίου, που υπό τις συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία μοιάζει αναπόφευκτο. Αλλά και την πλευρά των εταίρων δανειστών βολεύει μια μετάθεση της τελικής λύσης για το φθινόπωρο ή και αργότερα, για μετά δηλαδή τις ισπανικές εκλογές, κατά τις οποίες φοβούνται πως μπορεί να επαναληφθεί το “παράδειγμα” της Ελλάδας.
*Ο Κωνσταντίνος Ανδρέου είναι συγγραφέας