του ΜΑΝΟΛΗ ΜΑΥΡΟΖΑΧΑΡΑΚΗ*
Οι επικείμενες εκλογές διεξάγονται στον απόηχο μιας έντονης περιόδου αμφισβήτησης της ευρωπαϊκής προοπτικής της Ελλάδος. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έκανε τα πάντα ώστε να κερδίσει έδαφος η άποψη μιας προσωρινής ή μόνιμης εξόδου της χώρας μας από το ευρώ. Μόνο όταν έφτασε η Ελλάδα στα πρόθυρα της ολικής κατάρρευσης με μία κοινωνία σε αναβρασμό, με μια οικονομία σε τραγική ύφεση και με τις τράπεζες κλειστές η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε ρότα και στράφηκε προς τον ολικό συμβιβασμό.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις αποτελούν το καταστάλαγμα της κοινής γνώμης. Όμως η ρίζα του προβλήματος δεν είναι αποκλειστικά η διαχειριστική και κυβερνητική αδυναμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η εξαιρετική ένδεια που παρουσιάζουν τα πολιτικά κόμματα στην χώρα μας συνολικά όσον αφορά την πρόταξη μιας ελληνικής στρατηγικής στην Ευρώπη. Ασφαλώς η ρίζα του ελληνικού προβλήματος εντοπίζεται στο ζήτημα του χρέους που έθεσε την χώρα στο μάτι του κυκλώνα, καθιστώντας την ευάλωτη απέναντι στις απαιτήσεις των ισχυρών της Ευρώπης.
Το ελληνικό χρέος ωστόσο κατέδειξε ταυτόχρονα πόσο ευάλωτη είναι η Ευρώπη απέναντι στην πίεση μιας χώρας όπως η Ελλάδα. Ειδικότερα δε αποδείχτηκε ότι μία μονομερή ενέργεια αποπομπής της Ελλάδος από το ευρώ θεωρείται πολιτική αυτοκτονία της Ευρωζώνης, αυξάνοντας περαιτέρω το κόστος της ελληνικής διάσωσης. Μια αποπομπή της Ελλάδος θα σηματοδοτούσε ένα απρόβλεπτο μήνυμα για την σταθερότητα της ΕΕ στο σύνολο της., ενώ οι αντίστοιχες συμβάσεις δεν προβλέπουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ακόμα και μια εθελοντική έξοδο της Ελλάδος φέρνει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή σταθερότητα και θα έχει επιπρόσθετο κόστος πολλών δισεκατομμυρίων για το σύστημα των κεντρικών τραπεζών.
Υπό αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα όχι μόνο δεν εκδιώχτηκε από το ευρώ αλλά έλαβε ένα νέο μεγάλο δάνειο ενώ συζητιέται πλέον ανοικτά η πάγια ελληνική έκκληση για απομείωση του χρέους.
Δυστυχώς όμως τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα δεν διαβλέπουν την αναδυόμενη ευκαιρία συγκρότησης μιας ενιαίας στρατηγικής επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Επομένως το συγκεκριμένο διακύβευμα δεν τίθεται στο επίκεντρο της εκλογικής διαμάχης.
Αντί λοιπόν τα συστημικά κόμματα να διαγνώσουν τις ευοίωνες ευκαιρίες που προέκυψαν μέσα από την διαπραγματευτική διαδικασία που προηγήθηκε η οποία σίγουρα οδήγησε σε έναν επώδυνο μνημονιακό συμβιβασμό του Αλέξη Τσίπρα, διαπληκτίζονται γύρω από επιμέρους κατηγορίες που αφορά λιγότερο ή περισσότερο τον βαθμό της μνημονιακής δέσμευσης του καθενός.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα αντί να επιδιώξει τον εκβιασμό της Ευρώπης μέσα από απειλές μονομερούς στάσης πληρωμών πρέπει να θέσει στο επίκεντρο την απομείωση του χρέους προσφέροντας ως αντάλλαγμα την γρήγορη και αποτελεσματική εφαρμογή μεταρρυθμιστικών μέτρων διαρθρωτικού χαρακτήρα πέραν του μνημονίου που μακροπρόθεσμα έχουν και θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Τέτοια μέτρα είναι για παράδειγμα η ποιοτική εμβάθυνση του Καλλικράτη , η αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης μέσα από μεθόδους σύγχρονου μάνατζμεντ, την συνεχή αναβάθμιση του προσωπικού και την πλήρη μηχανοργάνωση. Παράλληλα απαιτείται ένας στρατηγικός επενδυτικός χάρτης μέσα από ένα χωροταξικό επενδύσεων που θα δίνει έμφαση σε φορολογικά και άλλα κρατικά κίνητρα έναντι της προσφοράς ποιοτικών θέσεων εργασίας και την εισαγωγή καινοτομίας . Το νέο ελληνικό παραγωγικό μοντέλο δεν είναι απαραίτητο να στηριχτεί στην φτηνή εργασία αλλά μπορεί κάλλιστα να επενδύσει στο υψηλό κοινωνικό κεφάλαιο που διαθέτει η χώρα. Εάν οι προτάσεις για ένα προσαρμοσμένο ελληνικό παραγωγικό μοντέλο δεν έρθουν από την ελληνική πλευρά κάποια στιγμή θα έρθουν ετοιμοπαράδοτες από το ΔΝΤ ή άλλους αποξενωμένους θεσμούς με τα ελληνικά δεδομένα.
Αντί των άκαρπων συζητήσεων του προοδευτικού χώρου που περιστρέφονται μονομερώς γύρω από τον σκληρό χαρακτήρα της Ευρώπης, σημαντικό είναι να υπάρξει μια συγκροτημένη πρόταση η οποία θα συνδέει το ζήτημα του χρέους με ένα νέο παραγωγικό μοντέλο.
Τα περασμένα 5 χρόνια η χώρα μας δεσμεύτηκε σε έναν σωρό μέτρων τον οποίο τήρησε πλημμελώς και όμως λαμβάνει συνεχώς νέες παρατάσεις και νέα δάνεια .Το νέο μνημόνιο Τσίπρα στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο από ένας κατάλογος των σωρευμένων παραλήψεων του παρελθόντος. Αυτό δείχνει ωστόσο ότι η Ευρωζώνη δεν διαθέτει μέχρι τώρα αποτελεσματικές δυνατότητες αυστηρής κύρωσης παραβάσεων ,ένα κενό που έχει γίνει πλέον αντιληπτό και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ετοιμάζουν ένα πολύ πιο ασφυκτικό πλαίσιο που στην ουσία θα εμπνέεται από το ελληνικό παράδειγμα και θα ανταποκρίνεται μελλοντικά στην παραβατική συμπεριφορά χωρών μελλών. Η ΕΕ θα αξιοποιήσει μελλοντικά όλα τα πολιτικά μέσα που βρίσκονται στην διάθεση της ώστε να δεσμεύσει την χώρα μας ως οφειλέτη. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας θα υπόκειται συστηματικά σε σκληρές υποχρεώσεις, αποστέλλοντας έτσι ένα μήνυμα αποφυγής παραβάσεων στις υπόλοιπες χώρες.
Στην εξελισσόμενη κρίση χρέους οι ομπρέλες διάσωσης οι οποίες κανονικά αποσκοπούσαν στην σταθερότητα του νομίσματος αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν την παρακαμπτήριο των κρατικών προϋπολογισμών οι οποίοι από την πλευρά τους ικανοποιούσαν αιτήματα των τραπεζών, απαιτήσεις του ασφαλιστικού συστήματος και ποικίλων εταιρειών.
Σήμερα πλέον πολλές κυβερνήσεις ζητούν μεσοπρόθεσμα την ολοκληρωτική αναδιάρθρωση των θεσμών διάσωσης ώστε να μην εξυπηρετούν πλέον τα κρατικά χρέη αλλά την σταθεροποίηση του νομίσματος και κατά συνέπεια να αφορά στην λειτουγικότητα και σθεναρότητα του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Η ένωση τραπεζών αποτελεί ήδη ένα σημαντικό βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. Μεταξύ των άλλων προτάσεων που έχουν κατατεθεί είναι η αποκλειστική ενασχόληση του ESM με την χρηματοδότηση αναδιαρθρώσεων στον τραπεζικό τομέα υπό την παράλληλη λήψη σταθεροποιητικών μέτρων για την αποφυγή διασώσεων τραπεζών. Πολλοί ειδικοί θεωρούν άλλωστε ότι από την στιγμή που θα εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα και η σταθερότητα του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος το ενδεχόμενο μιας κρατικής χρεοκοπίας σχετικοποιείται κατά πολύ χάνοντας την φόρτιση του ως φόβητρο.
Υπό την παραπάνω έννοια είναι σημαντικό να υπάρξει ένα συναινετικό ελληνικό σχέδιο για το χρέος πριν αρχίσουν οι εξελίξεις στην Ευρώπη να τρέχουν συμπυκνωμένα για άλλη μια φορά αρνητικά για την χώρα μας . Αυτό το σχέδιο για το χρέος θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πραγματικό κριτήριο επιλογής στις επικείμενες εκλογές .
*Ο Μανόλης Μαυροζαχαράκης είναι Κοινωνιολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας. Γεννήθηκε το 1962 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Από το 1981 έως το 1989 σπούδασε οικονομικά, κοινωνιολογία και πολιτικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο PHILLIPS του MARBURG Δ. Γερμανίας όπου και αποφοίτησε με πολύ καλό βαθμό. Σπούδασε παράλληλα εθνολογία και οικονομική ιστορία. Από το 1989 και μετά εργάστηκε στον τομέα του κοινωνικού τουρισμού . Κατά το διάστημα 1995-2000 δίδασκε στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο του Δήμου Marburg. Από το 2001 έγινε επιστημονικός συνεργάτης στο τμήμα πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου Marburg για δύο διαφορετικά εξάμηνα και εισήχθη στο τμήμα διδακτορικών του ομώνυμου πανεπιστημίου. Διετέλεσε Γραμματέας της κίνησης αλλοδαπών φοιτητών ULA και υπήρξε μέλος της αντιπροσωπείας αλλοδαπών στην σύγκλητο του ομώνυμου πανεπιστημίου. Από το 2003 έως το 2004 παρέδιδε μαθήματα πάνω σε ζητήματα δημόσιας διοίκησης και πολιτικής οικονομίας στο ιδιωτικό φροντιστήριο στο Ηράκλειο Κρήτης. Παράλληλα αποφοίτησε από το μεταπτυχιακό τμήμα πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Σήμερα ο Μανόλης είναι ελεύθερος συγγραφέας και ερευνητής του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης