Για «βαρύ κλίμα» στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας μιλούσαν τα ΜΜΕ, παραμονή της εκλογής του νέου προέδρου της, κι αυτό που προκύπτει είναι ένα παιχνίδι εξουσίας, πιθανώς διογκωμένο σε βαθμό παραπληροφόρησης, που όμως «ονοματίζεται» με τρόπο παραπλανητικό.
Του Γεωργίου Παπασίμου
δικηγόρου, Μέλους Πολιτικής Γραμματείας του «ΠΡΑΤΤΩ»
Τι σηματοδοτεί αλήθεια η φράση «καραμανλική παράδοση» και «συναινετική αντιπολίτευση», που υποτίθεται εκφράζει ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ή «δεξιόστροφη στροφή» που εκπροσωπούν οι άλλοι τρεις υποψήφιοι; Και τι σχέση μπορεί να έχει το ποιος θα επικρατήσει στην κούρσα της διαδοχής με το πολιτικό, παρασιτικό και πελατειακό σύστημα που έχει εγκαθιδρυθεί στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση και για το οποίο βαρύνοντα ρόλο έπαιξε το συντηρητικό ελληνικό κόμμα;
Η Νέα Δημοκρατία από την αποχώρηση του Κώστα Καραμανλή παραπαίει σε όλα τα επίπεδα: από πλευράς ιδεολογίας και στρατηγικής αλλά κυρίως δημοσκοπικά. Μαθημένη σε ένα πολιτικό καθεστώς δικομματικού χαρακτήρα, με τους δύο πόλους να παραμένουν αγκυλωμένοι
–έπειτα από έναν κύκλο εξουσίας που έκλεισε οριστικά για το ΠΑΣΟΚ– , στον παλαιοκομματισμό και τον «επαρχιωτισμό» και να καθορίζουν το παιχνίδι και τον χαρακτήρα του ελληνικού κράτους, δεν κατάφερε να βρει τα βήματά της και να αναπροσανατολίσει τους στόχους της.
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν κατόρθωσε ποτέ να εκφράσει, ως όφειλε, μια σύγχρονη αστική τάξη δυτικού τύπου, αλλά εκπροσώπησε μάλλον επάξια και εξυπηρέτησε αυτό το «άθροισμα» διαφόρων οικονομικών μεγαλοπαραγόντων, που έδρασε και δρα «παρασιτικά», με έντονα τα χαρακτηριστικά του «μαυραγοριτισμού» και της ατομικής «αρπαχτής».
Η οικονομική κρίση που διέλυσε τον κοινωνικό ιστό στη χώρα μας και αποκάλυψε τις τεράστιες ελλείψεις σε υποδομές, μια ανύπαρκτη παραγωγική μηχανή και ένα κάθε άλλο παρά «ουδέτερο» κράτος, έμελε να αποτελέσει και την ταφόπλακα του παλιού δεξιού κόμματος που παραμένει υπεύθυνο για τη διαφθορά και τη διαπλοκή που υποκατέστησαν τη διαφάνεια στις συναλλαγές και στην ανάθεση έργων και τη δημοκρατική συγκρότηση θεσμών και δομικών λειτουργιών.
Εκ των πραγμάτων, η Νέα Δημοκρατία βλέποντας πως χάνει το παραδοσιακό της κοινό, δεν επέδειξε καλά αντανακλαστικά, ακόμη και για λόγους αυτοσυντήρησης, δεν το… έψαξε λίγο παραπάνω (η εκλογική μετακίνηση μαζών προς τα Αριστερά που έγινε ασυνείδητα, σηματοδοτεί και μια στροφή στον ρεαλισμό και τις αποκόβει από τη συνήθεια και την παράδοση, άρα και από κόμματα εξουσίας που είχαν χαρακτηριστεί «δεξιά» ή «σοσιαλδημοκρατικά»).
Η ΝΔ δεν μπόρεσε να αντιληφθεί πως έχουν πεθάνει στη συνείδηση του ελληνικού λαού τα κόμματα-σούπερ μάρκετ, που φιλοδοξούν να παραπλανήσουν ευρεία κοινωνικά στρώματα με υποσχέσεις και διορισμούς και να εκφράσουν σε θεσμικό επίπεδο τη ρεμούλα και να επιχειρήσει αυτό που όφειλαν και όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα: να ξεκαθαρίσει τη φυσιογνωμία του και να αποφασίσει με απόλυτη καθαρότητα με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Ποια κοινωνικές ομάδες μπορεί να εκπροσωπήσει και με ποιο τρόπο. Αν δηλαδή επιθυμεί ένα σύγχρονο μοντέλο κράτους και διακυβέρνησης που ασφαλώς και θα ενστερνίζεται τον καπιταλισμό και πιθανώς τον κοινωνικό φιλελευθερισμό.
Στη σύγχρονη Ελλάδα κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως τα κόμματα εξουσίας είχαν κάποιο ιδιαίτερο χαρακτήρα, παρά τις προσπάθειες του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την πτώση της χούντας να δώσει ένα νέο προσωπείο στην «επάρατη» Δεξιά ή του Κώστα Καραμανλή να διευρύνει τους ορίζοντες του κόμματος και να του δώσει έναν πιο κεντροδεξιό χαρακτήρα. Τα ελληνικά κόμματα με τη νοοτροπία της διαπλοκής έπαιξαν ανασταλτικό ρόλο στην εγκαθίδρυση ενός μοντέρνου κράτους πρόνοιας, απέτρεψαν τους ικανούς ανθρώπους και τους οραματιστές από το να ασχοληθούν με τα κοινά, διαμόρφωσαν μια βαθιά «απολίτικη», καταναλωτική νοοτροπία που στηρίχτηκε στον «ωχαδελφισμό» και έναν απαράμιλλο εγωκεντρισμό, στον αντίποδα της αριστερής λογικής και φιλοσοφίας που ενστερνίζεται τη συλλογικότητα και την αλληλεγγύη.
Σύμφωνα με τις σημερινές ανάγκες, και κατ’ απαίτηση κάποιων επιχειρηματιών που διαβλέπουν τον κίνδυνο του πλήρους εκφυλισμού της ελληνικής οικονομίας, είναι επιβεβλημένο ένα νέο στη δομή και λειτουργία του εκσυγχρονισμένο κράτος, που θα μπορεί να διαφυλάξει τον κοινωνικό ιστό εσωτερικά και να παίξει εξωτερικά καθοριστικό ρόλο στο άνοιγμα της χώρας σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αγορές.
Η Νέα Δημοκρατία ως το κόμμα της δεξιάς ή της κεντροδεξιάς και με οποιοδήποτε αρχηγό, είναι υποχρεωμένο, αν θέλει να επιβιώσει, να μπορεί να αντιπολιτεύεται όχι με λαϊκισμούς και ανόητες ψευτοαντιπαραθέσεις, αλλά με τρόπο δημιουργικό και στη βάση ενός προγράμματος εξουσίας που στηρίζεται στην ελεύθερη οικονομία, διατηρώντας όμως έναν κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας.
Ασφαλώς και η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να συμβάλει –και απαιτείται– σε έναν ουσιαστικό διάλογο, εκπροσωπώντας το «νέο» κεφάλαιο που ζητά διαφάνεια για να λειτουργήσει και απεύχεται τη συνέχιση των διαδικασιών «λαδώματος» και κομματικής εντολής άνωθεν προκειμένου να κινηθεί και να κινήσει την οικονομία. Χωρίς «ακροβατισμούς» και παιχνίδια εξουσίας, που ενδεχομένως τη φέρουν πιο «κοντά» στον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί εντελώς αυτόνομα να παίξει τον δικό της ιστορικό ρόλο.
Για να αλλάξει η χώρα θα πρέπει να αλλάξουν τα κόμματά της και ένα δύο υπεύθυνα, σοβαρά κόμματα εξουσίας θα συμπαρασύρουν κοινό και κινήματα σε μια πιο δημιουργική πορεία μεταλλαγής της χώρας από υπανάπτυκτης, στο περιθώριο των εξελίξεων στην Ευρώπη, σε σύγχρονη, δημοκρατική και οικονομική δύναμη, στο μέτρο που της αναλογεί. Έστω κι αν οι αλλαγές σε υψηλό πολιτικό επίπεδο δεν μπορούν παρά να αποτελούν απόρροια αυτών των ίδιων των κινημάτων.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Χ. ΠΑΠΑΣΙΜΟΣ
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
Φιλοτίου 2-4, Αθήνα, Τ.Κ. 11362, Τηλ.: 210.8237.140, 6972.924356
Fax: 210.8218.633, e-mail: g.papasimos@yahoo.com