Υπεγράφη από την αρμόδια υφυπουργό Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου η απόφαση που καθορίζει ποιες δαπάνες, εφόσον πληρώνονται ηλεκτρονικά, θα αναγνωρίζονται για το χτίσιμο του αφορολογήτου.
Στο ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό -που πρέπει να πραγματοποιήσουν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατ’ επάγγελμα αγρότες για το φορολογικό έτος 2017-, υπολογίζονται δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών που χαρακτηρίζονται καταναλωτικές, δηλαδή εφόσον περιλαμβάνονται στις ακόλουθες ομάδες του δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ:
– Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά
– Αλκοολούχα ποτά και καπνός
– Ένδυση και υπόδηση
– Στέγαση, εξαιρουμένων των ενοικίων.
– Διαρκή αγαθά, είδη νοικοκυριού και υπηρεσίες.
– Μεταφορές, εξαιρουμένης της δαπάνης για τέλη κυκλοφορίας και της αγοράς οχημάτων, πλην των ποδηλάτων.
– Επικοινωνίες.
– Αναψυχή, πολιτιστικές δραστηριότητες, εξαιρουμένης της αγοράς σκαφών, αεροπλάνων και αεροσκαφών.
– Εκπαίδευση.
– Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια.
– Άλλα αγαθά και υπηρεσίες.
Από το χτίσιμο του αφορολόγητου με πλαστικό χρήμα εξαιρούνται:
– οι δαπάνες ενοικίου,
– η δαπάνη για τέλη κυκλοφορίας και της αγοράς οχημάτων, πλην των ποδηλάτων
– οι δαπάνες αγοράς σκαφών, αεροπλάνων και αεροσκαφών.
Διευκρινίζεται ακόμη ότι δεν συμπεριλαμβάνονται δαπάνες που δεν είναι καταναλωτικές και ως εκ τούτου δεν περιλαμβάνονται στους παραπάνω δείκτες. Τέτοιες είναι ενδεικτικά οι δαπάνες
– για αγορά κατοικίας,
– πληρωμή φόρων,
– δόσεις στεγαστικών δανείων,
– αγορά επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κλπ).
Ποιοι εξαιρούνται από την υποχρέωση
Από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής και οι οποίοι υποχρεούνται να προσκομίσουν αποδείξεις ίσης αξίας είναι οι εξής κατηγορίες:
– οι φορολογούμενοι εβδομήντα (70) ετών και άνω
– άτομα με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω
– όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση
– οι φορολογικοί κάτοικοι της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 20 του ν. 4172/2013, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα και φορολογούνται με την κλίμακα από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
Τα ίδια ισχύουν και για τις παρακάτω κατηγορίες:
– δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στο εξωτερικό,
– ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων,
– φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους,
– οι φορολογούμενοι που δεν έχουν εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχουν εισόδημα μόνο από κεφάλαιο ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ, σύμφωνα με την περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν.4172/2013,
– οι φορολογούμενοι που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ, για τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματός τους, σύμφωνα με την περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν.4172/2013, οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ),
– οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία,
– οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας (πέραν των 6 μηνών)
– οι υπάλληλοι του Υπουργείου Εξωτερικών,
– οι στρατιωτικοί, εφόσον υπηρετούν στην αλλοδαπή,
– οι υπηρετούντες στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
– όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα και
– οι φυλακισμένοι
Τέλος, διευκρινίζεται ότι το ποσό των δαπανών δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος συμφώνου συμβίωσης. Σε περίπτωση που καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται κατά την εκκαθάριση να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του ελάχιστου απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Στην υπουργική απόφαση επισημαίνεται ότι η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής δεν απαλλάσσει τις επιχειρήσεις από την υποχρέωση έκδοσης αποδείξεων.