του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ*
Στην περίπτωση των μεγάλων πολυεθνικών η άσκηση στην οποία αναφέρεται ο τίτλος οδηγεί στα Νησιά των Θησαυρών , αλλά και σε προορισμούς λιγότερο μακρινούς, όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες. Αυτά είναι τα πιο γνωστά μέρη που οι πολυεθνικές επιχειρήσεις τοποθετούν (κρύβουν;) μεγάλο μέρος των χρημάτων τους. Πολυεθνικές Εταιρείες που είναι ικανές για όλα προκειμένου να παραμείνουν τα χρήματά τους σε ασφαλή μέρη όπως τα παραπάνω, μακριά από τα φώτα των φορολογικών αρχών των χωρών τους. Η Apple, σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες, προτιμά να δανείζεται για να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της σε κεφάλαια κίνησης και να ανταμείψει τους μετόχους της, παρά να χρησιμοποιήσει μέρος από τη ρευστότητά της , πάνω από 200 δις δολάρια , που έχει αποθηκεύσει στους φορολογικούς παραδείσους.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Citizens for Tax Justice και U. S. Public Interest Research Group Education Fund, οι μεγαλύτερες 500 αμερικάνικες (ΗΠΑ) εταιρείες διακρατούν περίπου 2100 δις δολάρια έξω από τα σύνορα των ΗΠΑ, σε εξωχώρια κέντρα. Εάν αυτή η ποσότητα των χρημάτων επέστρεφε στις ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να εισπράξει με μια κίνηση περίπου 620 δις δολάρια. Από τους τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Microsoft και η Oracle, μέχρι τις μεγάλες χρηματοπιστωτικές εταιρείες , όπως η Citigroup και η Goldman, δεν υπάρχει εταιρεία να μην διαθέτει χρηματικούς πόρους στα εξωχώρια κέντρα μακριά από τα δίχτυα του αμερικάνικου Internal Revenue Service (IRS).
Ο ισχύων νόμος στις ΗΠΑ, επιτρέπει να θεωρούνται σαν « διαρκείς επανεπενδύσεις» τα πραγματοποιηθέντα – καταγραφέντα κέρδη στις αμερικάνικες θυγατρικές στο εξωτερικό, από τη στιγμή δεν έχουν μεταφερθεί ( κατευθείαν ή με μορφή μερισμάτων) στη μητρική επιχείρηση στις ΗΠΑ. Έτσι , εάν τα κέρδη παραμείνουν στο εξωτερικό και δεν χρησιμοποιούνται για την χρηματοδότηση των επενδύσεων ή για την ανταμοιβή των μετόχων, δεν φορολογούνται. Αυτό, βεβαίως, δεν απαγορεύει σε οποιαδήποτε θυγατρική του εξωτερικού να επενδύσει σε οποιοδήποτε είδος αμερικάνικου (ΗΠΑ) περιουσιακού στοιχείου ( στοιχείου ενεργητικού).
Όπως γίνεται κατανοητό, αυτοί οι πόροι αφαιρούνται από το φορολογικό σύστημα των ΗΠΑ, αλλά και από κάθε άλλο φορολογικό σύστημα με ανάλογες περιπτώσεις. Όμως η χρηματοπιστωτική μηχανική δεν σταματά εδώ: πολλές εταιρείες χρησιμοποιούν τα συγκεκριμένα χρήματα ως εγγύηση (collateral) για να λάβουν δάνεια και να προβούν σε επενδύσεις στην μητρική εταιρεία που ευρίσκεται βεβαίως στην χώρα προέλευσης ή και να καταβάλουν μερίσματα στους μετόχους χωρίς όμως να εξαναγκασθούν να πληρώσουν φόρους επειδή επαναπάτρισαν τα ανάλογα ποσά. Προτιμούν δηλαδή οι εταιρείες να πληρώσουν επιτόκιο ύψους περίπου 4,0% παρά να πληρώσουν 35,0% που αποτελεί το κόστος επαναπατρισμού των κερδών. Ο πρόεδρος Ομπάμα είχε την πρόθεση να μειωθεί ο συγκεκριμένος φόρος στο 14,0%. Τώρα ο πρόεδρος Τραμπ μειώνει το ύψος του φόρου στο 8,75%. Το κέρδος για τις αμερικανικές πολυεθνικές σε αυτή την περίπτωση είναι σημαντικότατο, βεβαίως με την προϋπόθεση ότι θα αποφασίσουν να φέρουν τα χρήματα στις ΗΠΑ.
Θεωρώ ότι η προσπάθεια των αρχών της ΗΠΑ να πείσουν τις μεγάλες αμερικάνικες πολυεθνικές να επανεισάγουν τα πραγματοποιηθέντα κέρδη τους στο εξωτερικό πηγαίνει pari passo με τις διαρροές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας την τελευταία περίοδο και αποκαλύπτουν ότι οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις διαθέτουν εξωχώριες εταιρείες στους φορολογικούς παραδείσους μέσω των οποίων κατ’ αρχάς πληρώνουν πολύ χαμηλότερα κέρδη και πιθανόν να αποκρύβουν άλλα. Βεβαίως αυτό ήταν γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1980 για να μην πω και πολύ νωρίτερα. Όμως οι απανωτές διαρροές (Panama Papers, Paradise Papers κτλ) από ανώνυμες πηγές σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους , την ίδια περίοδο , φαίνεται ότι εξυπηρετεί (για να μην πω καθοδηγείται) ορισμένους στόχους πολιτικής. Δεν είναι μόνο το μότο του προέδρου Τραμπ «η Αμερική πρώτα» που μπορεί να μας οδηγήσει σε μια εξήγηση της κατάστασης που επιχειρείται να διαμορφωθεί στην παγκόσμια κατανομή ισχύος. Νομίζω ότι το υπόδειγμα της παγκοσμιοποίησης στο οποίο οι εξωχώριες επικράτειες είχαν βασικό ρόλο τίθεται σιγά –σιγά σε αμφισβήτηση. Τα κράτη αντιλαμβάνονται ότι έχουν ανάγκη από τα δημοσιονομικά έσοδα που τα ίδια αφαίρεσαν από τον εαυτό τους την προηγούμενη τριακονταπενταετία. Το ζήτημα είναι ανοιχτό ως προς το αν θα το επιτύχουν και με τον τρόπο που θα τα χρησιμοποιήσουν.
*Ο Κώστας Μελάς είναι καθηγητής Πανεπιστημίου διδάσκει διεθνή χρηματοοικονομική και τραπεζική στο Πάντειο Πανεπιστήμιο όπου υπηρετεί ως καθηγητής. Την περίοδο 1996-2008 δίδαξε νομισματική θεωρία και πολιτική στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Έλαβε το πτυχίο του από τη Σχολή Οικονομίας και Εμπορίου του Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας και αναγορεύτηκε διδάκτωρ στο Τμήμα Αστικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Παντείου με ειδίκευση στα Διεθνή Νομισματικά. Έχει εργαστεί ως σύμβουλος διοικήσεως της Εμπορικής Τραπέζης (1985-2010) και διευθυντής του Επιμορφωτικού Τραπεζικού Ινστιτούτου της (1996-2005).
Εξέδωσε μεταξύ άλλων: Παγκοσμιοποίηση (1999), Νεοσυντηρητικοί (2007), Η σαστισμένη Ευρώπη (2009), Οι σύγχρονες κρίσεις του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος(2011), Μικρά μαθήματα για την ελληνική οικονομία (2013), Μετά τον Ερντογάν τι; (από κοινού με τον Σ. Λυγερό, 2013), Η ατελέσφορη επιστήμη (2013). Είναι πρόεδρος του Ομίλου Πολιτικού και Οικονομικού Προβληματισμού.