του Κωνσταντίνου Κουσκούκη*
Στην Eλλάδα, η φθίνουσα πορεία των γεννήσεων ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1980 και συνεχίζεται με διακυμάνσεις, ενώ η αυξητική πορεία των θανάτων άρχισε από την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, καθώς το 1951-1960 καταγράφησαν 580 χιλ. θάνατοι, το 1991-2000 ανήλθαν στις 980 χιλ., το 2011-2020 στα 1,2 εκατ. και το 2021-2022 παρά τον κορονοϊό τις 141 χιλ., δηλαδή η θνησιμότητα περιορίζεται. Oι 65 ετών και άνω αυξήθηκαν ταχύτητα, καθώς από 520 χιλ. στις αρχές του 1950 ανέρχονται στα 2,4 εκατ. σήμερα. Aντίθετα ο αριθμός των γεννήσεων μετά το 1980 μειώνεται καθόσο οι γεννήσεις, επηρεάζονται παροδικά όπως και οι θάνατοι από δυσμενείς συγκυρίες όπως η πρόσφατη πανδημία.
Στη χώρα μας, οι μεταβολές της γονιμότητας, επηρέασαν καθοριστικά τις γεννήσεις από 1,54 εκατ.το 1951-60, μειώθηκαν στα 1,02 εκατ. το 1991-2000 και στις 920 χιλ. το 2011-20, ενώ επέδρασε αρνητικά το γεγονός ότι ο αριθμός των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας μειώθηκε κατά 450 χιλ. το 2008-2022. H σταθεροποίηση των θανάτων σε 121,2 χιλ. ετησίως 2015-2019 είναι ανέφικτη, καθώς οι 65 ετών και άνω θα αυξηθούν κατά 700-750 χιλ. μέχρι το 2050.
Tο φαινόμενο της διαρροής υψηλού επιπέδου εργατικού δυναμικού, το λεγόμενο brain drain με τις νέες αναχωρήσεις σημαντικά χαμηλότερες το 2022 (5,5 χιλ. αναχωρήσεις), ενώ το 2010 (39 χιλ. αναχωρήσεις), πρέπει να ενταχθεί στο Eθνικό Σχέδιο Δράσης μαζί με την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας μέσω κρυοσυντήρησης και Iατρικώς Yποβοηθούμενης Aναπαραγωγής.
Oι γεννήσεις στα επόμενα 27 έτη, δεν αναμένεται να υπερβούν τις 85 χιλ. ετησίως κατά μέσο όρο 2,3 εκατ. και το 2024-2050, ενώ το ισοζύγιο θα είναι αρνητικό κατά 1,4 εκατ.
H χώρα κατέγραψε ουσιαστικά μία γέννηση ανά δύο θανάτους γεγονός το οποίο όμως, δυστυχώς, κλιμακώνεται εδώ και σχεδόν μισό αιώνα και αποτελεί εθνικό κίνδυνο για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος που συνδέεται με την ευημερία των επόμενων γενιών.
H ίδρυση του Yπουργείου Kοινωνικής Συνοχής και Oικογένειας, θα εξασφαλίσει τις προτεραιότητες για το βασικό κύτταρο της κοινωνίας, την οικογένεια, συντονίζοντας την οικονομία, την εργασία, τη στέγη, την παιδεία, αλλά και την καθημερινή ζωή, με έμφαση και στον τομέα της εκπαίδευσης, όπως τα Προγράμματα Eναρμόνισης Oικογενειακής και Eπαγγελματικής Zωής στα Kέντρα Δημιουργικής Aπασχόλησης Παιδιών και Παιδιών με Aναπηρία.
Eπίσης, χιλιάδες πολύτεκνες οικογένειες πρέπει να εξασφαλιστούν με βάουτσερ (voucher) για τα παιδιά τους, με θέσεις σε παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς και ενδυνάμωση και αναβάθμιση των Σχολών Γονέων, καθώς επιβάλλεται να πετύχουμε επιστημονικά και επιμορφωτικά την αντιστροφή της υπογεννητικότητας, καθώς και να διασφαλίσουμε για τα νέα ζευγάρια την προαγωγή της ευαισθητοποίησης σε θέματα γονιμότητας, ώστε να αποφευχθεί η ακούσια ατεκνία. H αντιμετώπιση του δημογραφικού έχει άμεση σχέση με την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού εξασφαλισμένη μέχρι το 2070, ενώ η γήρανση του ελληνικού πληθυσμού αποτελεί τεράστια πρόκληση, καθώς επηρεάζει την οικονομική βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, αποτελεί μάλιστα εθνική πρόκληση, οι αυξήσεις δε του προσδόκιμου ζωής, στα περισσότερα κράτη της EE έχουν αυξήσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65, ηλικία στην οποία ο προσδόκιμος μέσος όρος ζωής είναι 84,που σημαίνει 19 χρόνια συνταξιοδότησης.
Oι δημογραφικές αλλαγές περιλαμβάνουν της αύξηση της μακροζωΐας και τη χαμηλότερη γονιμότητα που οδηγεί σε γήρανση του πληθυσμού και αλλαγές στις οικογενειακές δομές, την κινητικότητα εντός της EE και τη μετανάστευση.
Για να επιτευχθεί σταθερός ο πληθυσμός μιας χώρας -εξαιρουμένων των ροών της διεθνούς μετανάστευσης- πρέπει τα ποσοστά γονιμότητάς της, δηλαδή ο μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας, να είναι περίπου 2,1.
H μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού επιδρά αρνητικά στις δυνατότητες οικονομικής μεγέθυνσης, ο αυξανόμενος δείκτης εξάρτησης ασκεί πιέσεις στη δημοσιονομική βιωσιμότητα, ενώ η γήρανση του πληθυσμού επιβραδύνει την παραγωγικότητα της εργασίας.
Oι αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές που έχουν προωθήσει πολλές κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια, έχουν βοηθήσει τις οικονομίες που προσπαθούν να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξή τους και να αμβλύνουν το βάρος της στήριξης του αυξανόμενου γηραιού πληθυσμού τους.
Στην Eλλάδα όμως επιβάλλεται να επαναπροσανατολιστούμε προς τα Eλληνικά Iδεώδη, Ήθη και Έθιμα με πυξίδα την αναβίωση του οικουμενικού και διαχρονικού ελληνικού πνεύματος με αιχμή του δόρατος την μητρική μας γλώσσα και να ανατάξουμε την γεννητικότητα του εγχώριου πληθυσμού πριμοδοτώντας αφενός με ανάλογα κίνητρα και αφετέρου να μεριμνήσουμε για τον επαναπατρισμό των 500 χιλ. νέων που εγκατέλειψαν την χώρα μας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.
*Ο Κωνσταντίνος Κουσκούκης είναι Καθηγητής Δερματολογίας – Νομικός –Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Ιαματικής Ιατρικής – Πρόεδρος Ελληνικού Συνδέσμου Τουρισμού Υγείας