της ΜΕΛΙΝΑΣ ΚΡΙΤΣΩΤΑΚΗ
Ψηλορείτης … καταιγίδα και αντάρα. Κι εκεί ανάμεσα στο δύσβατο του ορεινού του όγκου ξεπροβάλλουν τα φύλλα ενός αυτοφυούς, άγριου, χόρτου. Φύλλα οδοντωτά τα οποία περιέχουν μια γλυκόπικρη ουσία που ευθύνεται για τις ιδιότητές του. Το χαρακτηριστικό αγκάθι του φυτού το εφάρμοζαν τα παλιότερα χρόνια “σαν καπάκι” στο στόμιο των σταμνών, απωθώντας με αυτόν τον τρόπο παρείσακτα έντομα και ζωύφια. Έτσι έγινε γνωστό σαν το αγκάθι της στάμνας ή αλλιώς σταμναγκάθι.
Το σταμναγκάθι ή “Cichorium spinosum” είναι ουσιαστικά μια άγρια ποικιλία ραδικιού. Φύεται στη λεκάνη της Μεσογείου σε βουνά, οροπέδια και απόκρημνες ακρογιαλιές της Κρήτης, της Κύπρου, της Σικελίας και της Μάλτας. Η συγκομιδή του είναι μια πολύ επίπονη, κουραστική και πολλές φορές επικίνδυνη διαδικασία.
Είναι πολυετές φυτό, η σπορά του οποίου ξεκινά το φθινόπωρο και συγκομίζεται κάθε 40 περίπου μέρες, με την περίοδο παραγωγής να διαρκεί 9 με 10 μήνες. Είναι γνωστό ως τροφή αλλά και ως βότανο από την αρχαιότητα. Οι Αιγύπτιοι το γνώριζαν ήδη από την 4η χιλιετία π.Χ. ενώ στην Ελλάδα οι προσπάθειες καλλιέργειάς του φαίνεται να αρχίζουν τη δεκαετία του 1920.
Σε πειραματική μελέτη, υπό την επίβλεψη καθηγητών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, βγήκε ως συμπέρασμα ότι μπορεί να ανταποκριθεί πλήρως και στη βιολογική θρέψη και να ενταχθεί σε πρόγραμμα βιολογικής καλλιέργειας. Το σταμναγκάθι είναι γνωστό ως τροφή αλλά και ως βότανο από την αρχαιότητα. Είναι ένα εύκολο στην καλλιέργεια προϊόν, που έχει αποκτήσει μια δυναμική τα τελευταία χρόνια στην εγχώρια αγορά και διαθέτει εξαγωγική προοπτική κυρίως σε χώρες της Ευρώπης όπως η Γαλλία. Είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε αντιοξειδωτικές πολυφαινόλες, τονώνει το ανοσοποιητικό σύστημα και διακρίνεται, επίσης, για τις αντισηπτικές, αντιρρευματικές και υπογλυκαιμικές του ιδιότητες. Περιέχει βιταμίνες C και Ε καθώς και ιχνοστοιχεία όπως σίδηρο, κάλιο, νάτριο, φώσφορο και μαγνήσιο.
Για εμάς τους Κρητικούς το σταμναγκάθι δεν είναι απλά ένα χόρτο, είναι ο “βασιλιάς” των άγριων χόρτων. Είναι καλός συνοδός της ρακής και καταναλώνεται είτε ωμό σε σαλάτα με λαδολέμονο είτε μαγειρεμένο.
Ταιριάζει με όλα τα είδη κρέατος και τα όσπρια. Τρώγεται βρασμένο σαν συνοδευτικό σε πιάτα θαλασσινών ή ακόμα και τουρσί ενώ μαζί με την κεφαλογραβιέρα κάνουν ένα “αχτύπητο” δίδυμο. Ένα χόρτο που μοσχοβολάει Κρήτη, από χώματα που βγάζουν προϊόντα τα οποία καταλαμβάνουν πάντα πρώτες θέσεις σε όσους Διαγωνισμούς και Εκθέσεις συμμετέχουν.