Είναι αλήθεια ότι, το ερώτημα του τίτλου είναι εξόχως προκλητικό και «αιρετικό». Δεν φιλοδοξεί η στήλη αυτή να προβεί σε πλήρη ανάλυση και απάντηση αυτού του ερωτήματος. Ως επίλογος, όμως, των προηγούμενων άρθρων μας, που αφορούσαν τα αίτια της «βύθισης» της Ελλάδος και της παράδοσής της στον μνημονιακό «Φρανκενστάιν», είναι βέβαιο ότι προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στην ολιστική αποτύπωση της κρίσης, η τοποθέτηση του ελληνικού περιφερειακού καπιταλιστικού σχηματισμού, στο πλαίσιο των βασικών αντιλήψεων της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας.
Του Γεωργίου Παπασίμου (Twitter: @PapasimosG)
Η παγκόσμια κρίση, η οποία εκδηλώθηκε αρχικά στις ΗΠΑ το 2008 και διοχετεύθηκε, ακολούθως, σε πλανητικό επίπεδο, ως έκρηξη της φούσκας του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, αποτελεί μια σημαντική παράμετρο αλλά όχι την αποκλειστική αιτία της ελληνικής τραγωδίας.
Η αιτία της ελληνικής κατάπτωσης εντοπίζεται στο πλαίσιο και στο υπόδειγμα με το οποίο αναπτύχθηκε η οικονομία σε όλη την ιστορική πορεία, από την ύπαρξη του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Δηλαδή, οι υλικές συνθήκες και η βάση επάνω στις οποίες θεμελιώθηκαν, αναπτύχθηκαν όλοι οι θεσμοί του πολιτικού εποικοδομήματος και του κράτους και η συνεχής αλληλεπίδραση της βάσης προς το εποικοδόμημα και του εποικοδομήματος προς τη βάση, συνήθως αρνητικές, που συνετέλεσαν και οδήγησαν στον σημερινό κατήφορο, στην αγωνία και την απόγνωση χιλιάδων πολιτών των μεσαίων και ασθενέστερων οικονομικών στρωμάτων.
Στον ανυπέρβλητο και πυκνό πρόλογο του Καρλ Μαρξ στην «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», βρίσκει κάποιος το θεωρητικό εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιήσει, για να φτάσει στην ενδοσκόπηση της ελληνικής τραγωδίας. Σε αυτό αναφέρεται ότι «το σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής αποτελεί την οικονομική δομή της κοινωνίας, την υλική βάση, πάνω στην οποία υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν πάλι συγκεκριμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει την κοινωνική, πολιτική και πνευματική διαδικασία της ζωής. Δεν είναι συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει την ύπαρξή τους, αλλά αντίθετα η κοινωνικής τους ύπαρξη που καθορίζει τη συνείδησή τους».
Ο καθορισμός των παραγωγικών σχέσεων που επικρατούν σε μια κοινωνία, αποτελεί το σημείο εκκίνησης για να προσπαθήσει κανείς να κατανοήσει αυτή την κοινωνία. Για μια ολοκληρωμένη, όμως, κατανόηση θα πρέπει να περιλαμβάνει τη γνώση του τρόπου με τον οποίο οι ιδεολογικοί, πολιτικοί, αλλά και εθνικοί παράγοντες αλληλεπιδρούν στην οικονομία, χωρίς όμως να παραγνωρίζεται ότι οι παραγωγικές σχέσεις αποτελούν τα θεμέλια αυτής.
Ξεκινώντας απ’ αυτή την κρίσιμη παράμετρο και εντάσσοντάς την στην ελληνική πραγματικότητα, αυτό που εξάγεται αβίαστα είναι το γεγονός ότι, για διάφορους λόγους, ουδέποτε στον ελληνικό χώρο, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830, υπήρξε ομαλή και ολοκληρωμένη καπιταλιστική ανάπτυξη, με την έννοια της συγκρότησης εθνικής αστικής τάξης, την οικονομική καπιταλιστική ολοκλήρωση και τη συγκρότηση και λειτουργία ενός ισχυρού και ορθολογικού κράτους, κατά το πρότυπο των μητροπολιτικών καπιταλιστικών δυτικών ευρωπαϊκών χωρών. Η ανολοκλήρωτη και ελλειμματική οικονομική διάρθρωση και ανάπτυξη της οικονομικής παραγωγικής βάσης της χώρας, πέραν της προφανούς οικονομικής εξάρτησής της από τον μητροπολιτικό καπιταλισμό, που έλαβε πλέον τα χαρακτηριστικά της «αποικίας χρέους», είχε ως αποτέλεσμα την αντίστοιχη στρεβλή και ελλειμματική διάρθρωση όλου του εποικοδομήματος (κράτος, ενδιάμεσοι κατασταλτικοί και ιδεολογικοί θεσμοί, κόμματα, συνδικάτα κ.λπ.). Εδώ εντοπίζεται η σοβαρότερη διαχρονική αιτία της ελληνικής «κακοδαιμονίας», που οδήγησε στο σημερινό «κλεπτοκρατικό σύστημα» με κυρίαρχη την «ιδεολογία» του «παρασιτισμού» και της «αρπαχτής». Αυτό το στρεβλό πολιτικό εποικοδόμημα, που καθορίσθηκε αναμφισβήτητα από την οικονομική βάση και τις παραγωγικές δομές, «έχει πάρει κεφάλι» και αποτελεί, πλέον, την τροχοπέδη για τις απαιτούμενες αλλαγές στην παραγωγική βάση, «βυθίζοντας» έτσι την κοινωνία στο περιθώριο και τη μιζέρια.
Αυτή η κρίσιμη παράμετρος, που εμποδίζει την έξοδο της Ελλάδος από την κρίση και η οποία ξεφεύγει ακόμα και από την ερμηνεία των θεωρούμενων «μη δογματικών Μαρξιστών», που δέχονται ότι οι θεσμοί του εποικοδομήματος έχουν τη δική τους αυτονομία, σε σχέση με την οικονομική βάση, στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και των καπιταλιστικών κοινωνιών, αποτελεί τη «λυδία λίθο» της αίσθησης για την πλήρη αδυναμία της ελληνικής κοινωνίας να αντιμετωπίσει το «κλεπτοκρατικό τέρας», το οποίο έχει «αιχμαλωτίσει» και υπονομεύσει όλους τους θεσμούς αλλά και την προοπτική της χώρας.
Ένα νέο Πολιτικό Υποκείμενο ανατροπής θα πρέπει να ξεκινήσει ως βάση, απ’ αυτή την κρίσιμη πολιτική και ιδεολογική παράμετρο, που είναι βέβαιο ότι θα πρόσθετε και θα επισήμαινε ο Καρλ Μαρξ, αν μεταφορικά μπορούσε να μιλήσει για την ελληνική κρίση.