Τσάι-καφές σημειώσατε 1, τουλάχιστον όσον αφορά την μείωση των πρόωρων θανάτων από μη καρδιαγγειακά αίτια, σύμφωνα με μια νέα γαλλική επιστημονική έρευνα.
Η τακτική κατανάλωση τσαγιού μειώνει την πρόωρη μη καρδιαγγειακή θνησιμότητα κατά 24%.
Από την άλλη, η κατανάλωση καφέ δεν έχει το ίδιο όφελος, επειδή συχνά όσοι πίνουν καφέ, συνήθως καπνίζουν κιόλας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής του Πανεπιστημίου «Ρενέ Ντεκάρτ» και επικεφαλής του καρδιολογικού τμήματος του Νοσοκομείου «Ζορζ Πομπιντού» του Παρισιού Νικολά Ντανσέν, ο οποίος έκανε τη σχετική παρουσίαση στο διεθνές συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας στη Βαρκελώνη, ανέλυσαν στοιχεία για 131.400 ανθρώπους ηλικίας 18 έως 95 ετών.
Η μελέτη, που διήρκεσε τρισήμισι χρόνια, κατέταξε τους συμμετέχοντες σε τρεις κατηγορίες: καθόλου κατανάλωση τσαγιού ή καφέ, ένα έως τέσσερα φλιτζάνια τη μέρα ή πάνω από τέσσερα ημερησίως.
Το συμπέρασμα είναι, όπως είπε ο γάλλος επιστήμονας, ότι «αν πρέπει κανείς να διαλέξει ανάμεσα στο τσάι και στον καφέ, τότε πιθανότατα είναι καλύτερα να πίνει τσάι».
Οι ερευνητές βρήκαν πως όσοι έπιναν αρκετό καφέ, ιδίως οι καπνιστές, είχαν χειρότερο ‘προφίλ’ καρδιαγγειακού κινδύνου σε σχέση με όσους δεν έπιναν καθόλου καφέ. Είναι ενδεικτικό ότι το ποσοστό των καπνιστών ήταν 17% μεταξύ όσων δεν έπιναν καθόλου καφέ, 31% μεταξύ όσων έπιναν ένα έως τέσσερα φλιτζάνια και 57% στην ομάδα που έπινε πάνω από τέσσερα φλιτζάνια.
Όσοι δεν έπιναν καφέ, ήσαν γενικά πιο δραστήριοι σωματικά, ενώ όσοι έπιναν πολύ καφέ, είχαν κατά μέσο όρο ελαφρώς χαμηλότερη συστολική και ελαφρώς υψηλότερη διαστολική αρτηριακή πίεση, σε σχέση με όσους δεν έπιναν καθόλου.
Από την άλλη, αντίθετα με όσους κατανάλωναν καφέ, όσοι έπιναν τσάι, είχαν γενικά καλύτερο ‘προφίλ’ καρδιαγγειακού κινδύνου, σε σχέση με όσους δεν έπιναν καθόλου τσάι. Το ποσοστό των καπνιστών ήταν 34% μεταξύ όσων δεν έπιναν καθόλου τσάι, 24% μεταξύ όσων έπιναν ένα έως τέσσερα φλιτζάνια τη μέρα και 29% μεταξύ όσων έπιναν πάνω από τέσσερα.
Όσο μεγαλύτερη ήταν η κατανάλωση τσαγιού, τόσο αύξανε και η σωματική δραστηριότητα ενός ατόμου (αντίθετα με τον καφέ). Επιπλέον, το τσάι, σύμφωνα με τους γάλλους ερευνητές, έχει μεγαλύτερη θετική επίπτωση στην αρτηριακή πίεση, επιφέροντας μεγαλύτερη μείωση τόσο στην συστολική, όσο και στη διαστολική.
«Συνολικά», όπως ανέφερε ο Ντανσέν, «τείνουμε να έχουμε ένα υψηλότερο προφίλ κινδύνου για όσους πίνουν καφέ και ένα χαμηλότερο προφίλ κινδύνου για όσους πίνουν τσάι». Επεσήμανε επίσης ότι διαπιστώνονται αισθητές διαφορές με βάση το φύλο, καθώς οι άνδρες πίνουν περισσότερο καφέ από τις γυναίκες και οι γυναίκες περισσότερο τσάι από τους άνδρες.
Το τσάι, σύμφωνα με την μελέτη, μειώνει σημαντικά (κατά 24%) τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια, ενώ το όφελος λόγω μείωσης των θανάτων από καρδιαγγειακές αιτίες είναι οριακό.
Από την άλλη, ο καφές φάνηκε να αυξάνει -και μάλιστα σημαντικά- την μη καρδιαγγειακή θνησιμότητα, αλλά αυτός ο αυξημένος κίνδυνος εξαφανίστηκε, όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν το κάπνισμα, που συνόδευε τον καφέ. «Η τάση για υψηλότερη θνησιμότητα μεταξύ όσων πίνουν πολύ καφέ, πιθανώς εξηγείται σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ περισσότεροι καπνιστές μεταξύ τους», δήλωσε ο Ντανσέν.
Ο γάλλος ερευνητής τόνισε ότι «το τσάι έχει αντιοξειδωτικά που μπορεί να αυξήσουν τη διάρκεια της ζωής κάποιου. Επίσης, όσοι πίνουν τσάι, ακολουθούν συνήθως ένα πιο υγιεινό τρόπο ζωής». Τελικά, πρόσθεσε, «θα μπορούσε κανείς να συστήσει σε κάποιον να πίνει τσάι μάλλον παρά καφέ, ενώ σε κάθε περίπτωση είναι καλύτερα να πίνει κάτι από τα δύο, παρά τίποτε».