Μια οριακή πλειοψηφία των Τούρκων ενέκρινε χθες Κυριακή την ενίσχυση των εξουσιών του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο δημοψήφισμα για την αναθεώρηση του Συντάγματος το αποτέλεσμα του οποίου ίσως αποδειχθεί καθοριστικό για το μέλλον της χώρας.
Με μόλις 51,41 % έναντι 48,59% πέρασε η αναθεώρηση του Συντάγματος για τη διεύρυνση των εξουσιών του επόμενου Προέδρου της Τουρκίας, ο οποίος θα εκλεγεί στις 3 Νοεμβρίου του 2019 και με καταμετρημένο το 99,97% των ψήφων.
Καταγγέλλει παρατυπίες η αντιπολίτευση
Η αντιπολίτευση αμφισβήτησε έντονα τα αποτελέσματα. Το δημοκρατικό κόμμα του λαού (CHP), το οποίο πρωταγωνίστησε στην καμπάνια υπέρ του Οχι, ανέφερε πολλές παρατυπίες. Ειδικά μια καθυστερημένη απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου των εκλογών (YSK) να κάνει αποδεκτά τα ψηφοδέλτια που δεν είχαν την επίσημη σφραγίδα.
«Συνολικά 2,5 εκατομμύρια ψηφοδέλτια δεν είναι νόμιμα», κατήγγειλε ο Erdal Aksünger, αντιπρόεδρος του CHP. Και προειδοποίησε: «Θα απευθυνθούμε στη δικαιοσύνη».
Οι μεγάλες πόλεις ψήφισαν Οχι
Ενώ ξεκίνησε με σαρωτικά αποτελέσματα, όπως έλεγαν τα φιλοκυβερνητικά Μέσα, το Ναι δεν σταμάτησε να χάνει ποσοστά όλο το βράδυ της Κυριακής. Οι εκπλήξεις πολλαπλασιάστηκαν. Η Κωνσταντινούπολη, πόλη-κάστρο του Ερντογάν -της οποίας υπήρξε δήμαρχος- και του κόμματός του ΑΚΡ, ψήφισε πάνω από 51% Οχι στο δημοσψήφισμα. Η Αγκυρα, η πρωτεύουσα της Τουρκίας, η Αττάλεια ή και τα Αδανα, μεγάλες επαρχίες όπου κυριαρχεί το κόμμα εξουσίας, απέρριψαν την συνταγματική μεταρρύθμιση. Μαζικά την απέρριψαν και οι περιοχές των Κούρδων στα νοτιο-ανατολικά της χώρας όπου η πλειοψηφία των κατοίκων ακολούθησαν το κάλεσμα του αριστερού φιλο-κουρδικού κόμματος HDP να απορρίψουν την αλλαγή του πολιτεύματος που ζητούσε το δημοψήφισμα.
Απογοήτευση στα στελέχη του Ερντογάν
«Συγχαρητήρια στους συμπολίτες μου» δήλωσε αμέσως μετά τα αποτελέσματα ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, μόλις ανακοινώθηκε η επιτυχία του Ναι. Αργότερα, το βράδυ της Κυριακής, δήλωσε για τις πιθανές ενστάσεις στο αποτέλεσμα: «Αύριο θα χρειαστεί να συζητήσουμε για περιττά θέματα. Εμείς πρέπει να επικεντρωθούμε στο νέο σύστημα» είπε και άφησε να εννοηθεί ότι σύντομα θα προκαλέσει δημοψήφισμα για την επιστροφή της θανατικής ποινής στην Τουρκία.
Αλλά το οριακό αποτέλεσμα επηρεάζει την διοίκηση Ερντογάν, η οποία ήλπιζε να αποσπάσει 60% των ψήφων στο δημοψήφισμα. Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο του Συντάγματος το οποίο προβλέπει μεγάλη αύξηση των εξουσιών του προέδρου της Τουρκίας, δίχασε όσο ποτέ τη χώρα. Τα 18 άρθρα του νέου Συντάγματος θα επιτρέπουν στο εξής στον πρόεδρο να ορίζει και να παραιτεί υπουργούς, να εκδίδει διατάγματα, να κηρύσσει έκτακτη ανάγκη, να ορίζει κάποια μέλη του Ανωτάτου Συμβουλίου της δικαιοσύνης.
«Εμπιστευτήκαμε τις δημοσκοπήσεις, αυτά που μας έλεγαν οι άνθρωποι. Είχαμε άδικο», δήλωσε ο Ilhan Sengüler, δημοτικός σύμβουλος του κόμματος AKP της Κωνσταντινούπολης. Οπως αναφέρει, το δημοψήφισμα ήταν μια εθνική και τοπική απογοήτευση. Η δική του συνοικία της Bayrampasa, κάστρο του ισλαμο-συντηρητικού κόμματος, δεν ψήφισε μαζικά υπέρ του Ναι, όπως το υποσχόταν ο ίδιος. «Απόψε το αποτέλεσμα δεν είναι αρκετά καλά για να χαιρόμαστε», ομολογεί.
Ακολουθούν πέντε ερωταπαντήσεις για το τι μπορεί να αλλάξει το αποτέλεσμα:
Περισσότερο ή λιγότερο δημοκρατική Τουρκία;
Με τη νίκη του αυτή, ο Ερντογάν αποκτά σημαντικά ενισχυμένες εξουσίες και θεωρητικά μπορεί να παραμείνει στην προεδρία ως το 2029. Η εκτελεστική εξουσία θα είναι συγκεντρωμένη στα χέρια του προέδρου. Το αξίωμα του πρωθυπουργού θα καταργηθεί.
Οι υποστηρικτές του προέδρου λένε πως αυτό ήταν απαραίτητο για να σταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και να υπάρξει σαφής διάκριση με τη δικαστική και τη νομοθετική εξουσία.
Όμως οι αντίπαλοί του εκφράζουν φόβους ότι δεν υπάρχει πλέον κανένα αντίβαρο, κανένας μηχανισμός ελέγχου της εξουσίας του με το νέο σύστημα, κάτι που ανοίγει τον δρόμο για την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Το προεδρικό σύστημα «συγκεντρώνει άνευ προηγουμένου εξουσίες στα χέρια ενός άνδρα και μόνο», υπογραμμίζει ο Άλαν Μακόφσκι του ινστιτούτου μελετών Centre for American Progress.
Ποιο είναι το μέλλον της σχέσης της Τουρκίας με την Ευρώπη;
Οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιδεινώθηκαν ραγδαία το τελευταίο διάστημα, με τον Ερντογάν να κατηγορεί ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για «ναζιστικές πρακτικές».
Σύμφωνα με τον Τούρκο πρόεδρο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας στην ΕΕ, που βρίσκονται σε τέλμα εδώ και καιρό, θα τεθούν και πάλι «στο τραπέζι» μετά το δημοψήφισμα. Ο Ερντογάν αναφέρθηκε χθες στην πιθανή διοργάνωση ενός ακόμη δημοψηφίσματος, για την επαναφορά της θανατικής ποινής—κάτι που αποτελεί κόκκινη γραμμή για τις Βρυξέλλες.
«Η τακτική του να επιτίθεται συνεχώς στην ΕΕ (…) για να εξυπηρετήσει εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες πλέον φτάνει στα όριά της», σύμφωνα με τον Μαρκ Πιερινί του κέντρου μελετών Carnegie Europe.
Μετά τη νίκη του στο δημοψήφισμα, ο Ερντογάν δεν αποκλείεται να εγκαταλείψει τον στόχο η χώρα να ενταχθεί στην ΕΕ και να προκρίνει απλά μια διμερή σχέση επικεντρωμένη στο εμπόριο, για παράδειγμα με την προώθηση μιας ενισχυμένης τελωνειακής ένωσης.
Πόλεμος ή ειρήνη με τους Κούρδους;
Μετά την κατάρρευση της ιστορικής εκεχειρίας με το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK) το καλοκαίρι του 2015, η νοτιοανατολική Τουρκία έχει βυθιστεί σε μια δίνη αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας και των κούρδων αυτονομιστών.
Οι νέες ευρείας κλίμακας στρατιωτικές επιχειρήσεις συνοδεύτηκαν από την διεύρυνση της καταστολής των Κούρδων, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτικών και μέσων ενημέρωσης, που κατηγορούνται ότι συνδέονται με τις «τρομοκρατικές» ενέργειες του PKK.
Καθώς η νίκη του «ναι» επιτεύχθηκε με οριακή διαφορά, ο Ερντογάν ίσως υιοθετήσει μια πιο «συμβιβαστική» στάση στο κουρδικό ζήτημα, εκτιμά η Ασλί Αϊντιντασμπάς του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων.
Μολαταύτα, προς το παρόν η ρητορική του παραμένει πολεμική, και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έκανε λόγο περί μιας επικείμενης χερσαίας επιχείρησης εναντίον του PKK στο βόρειο Ιράκ αμέσως μετά το δημοψήφισμα.
Συμφιλίωση ή πόλωση;
Η τουρκική κοινωνία είναι έντονα πολωμένη τα τελευταία χρόνια όσον αφορά το πρόσωπο του Ερντογάν. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα, ο Τούρκος πρόεδρος δαιμονοποίησε τους αντιπάλους του, κατηγορώντας τους ότι συνεργάζονται με τους «τρομοκράτες» και τους «πραξικοπηματίες».
Ο Ερντογάν «κερδίζει (τις εκλογικές αναμετρήσεις), όμως, τελικά, η μισή χώρα τον αγαπά και η άλλη μισή τον απεχθάνεται. Αυτή είναι η αιτία της κρίσης της σύγχρονης Τουρκίας», κρίνει ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute.
Ο Τούρκος πρόεδρος συμμάχησε με τους υπερεθνικιστές για να κερδίσει τη μάχη του δημοψηφίσματος, γεγονός που ίσως δείχνει περισσότερο ρεαλισμό από πλευράς του σε σχέση με το παρελθόν.
Ορισμένοι παρατηρητές ανέμεναν ότι ο Ερντογάν θα υιοθετήσει πιο συμφιλιωτική ρητορική μετά το δημοψήφισμα, αν κερδίσει.
«Τώρα έχει έλθει η ώρα της αλληλεγγύης, της ενότητας (…) όλοι μαζί είμαστε η Τουρκία», είπε χθες ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ.
Ανάκαμψη της οικονομίας ή πτωτική πορεία;
Οι αγορές θεωρούσαν ότι το «ναι» θα κέρδιζε στο δημοψήφισμα και προσβλέπουν σε μια επιστροφή της σταθερότητας στην Τουρκία, η οποία επλήγη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο από αλλεπάλληλες τρομοκρατικές ενέργειες και την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος του Ιουλίου.
Όμως μεσοπρόθεσμα κυριαρχεί η αβεβαιότητα. Η μείωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στους θεσμούς, η αυξημένη πόλωση της κοινωνίας και η καθυστέρηση της υιοθέτησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ίσως επηρεάσουν την ανάπτυξη.
Η νίκη του «ναι» χθες «ενδέχεται να γίνει δεκτή με ικανοποίηση από τις αγορές βραχυπρόθεσμα», είχε εκτιμήσει πριν από την ψηφοφορία το γραφείο της εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών BCG Partners στην Κωνσταντινούπολη. Όμως η ανάπτυξη «παραμένει ασθενική και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις (της μετατροπής) του συστήματος (σε προεδρικό) παραμένουν ακόμη άγνωστες», συμπλήρωσε.
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ