του ΝΑΣΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ*
Το ερώτημα εμφανίζεται έπειτα από κάθε καταστροφή μας: Πόσο ενωμένοι είμαστε οι Έλληνες την ώρα της κρίσης; Η απάντηση αναδύεται αυτόματα στο μυαλό. Πασίγνωστες είναι και οι ηθικολογίες που τη συνοδεύουν. Όλα τούτα είναι περιττά, πρώτον, διότι συμβαίνουν όταν πλέον είναι πολύ αργά και, δεύτερον, διότι δεν χρησιμεύουν σε τίποτε την ώρα της επόμενης κρίσης.
“Μεγαλομανείς λαϊκιστές και επαγγελματίες ψεύτες” αποκάλεσε προχθές ο Κυριάκος τους εκλεγμένους να κυβερνήσουν την πατρίδα του. Υβριστής μπορεί να γίνει ο καθένας. Και ο πλέον τιποτένιος. Ο τιποτένιος, μάλιστα, γίνεται συνήθως υβριστής, διότι νομίζει ότι έτσι αναδεικνύεται σε κάτι αξιόλογο. Τελικά, σημασία έχει εκείνος που διαθέτει σχέδιο και δημιουργικές ιδέες για τη χώρα του. Αν διαθέτει, δεν νιώθει την ανάγκη να γίνει υβριστής.
Ωστόσο, ο μεγαλύτερος φόβος είναι άλλος: Για να χρησιμοποιούν οι πληρωμένοι λογογράφοι του γεννημένου αρχηγού τέτοιο λεξιλόγιο, σημαίνει ότι οι επιτελείς της ΝΔ τους το παρήγγειλαν. Γιατί; Διότι έχουν πεισθεί ότι οι ύβρεις φέρνουν ψήφους. Αν –ως ένα βαθμό- έχουν δίκιο, τότε έχει αρχίσει το κακό. Ο διχασμός, stupid!
“Η σύγκρουση τρέφει τον ηγέτη”, έλεγε ο Τσουκάτος. Δίκιο έχει κι αυτός. Εκείνος που δεν βρίσκει το δίκιο του είναι όποιος προσπαθεί να πείσει ότι καλύτερα να είσαι οδοκαθαριστής παρά ηγέτης που διχάζεις τον λαό σου. Στο σημείο αυτό οφείλω να προσθέσω ότι τα παιδιά των οδοκαθαριστών θα μπορούσαν να γίνουν πρωθυπουργοί αν ήταν παιδιά χρηματιστών και ονομάζονταν αλλιώς. Πώς αλλιώς; Ας το καλύτερα.
Στην παρούσα φάση της κρίσης, η οποία συνδέεται και με μια λυσσαλέα επιχείρηση οχλοποίησης του λαού, ώστε να πνίγεται η λογική στην ύβρη, ο Αλέξης Τσίπρας έχει χρέος να μην παρακολουθήσει τον Κυριάκο στα λασπόνερα του προγονικού πάθους του για εξουσία. Ας τον αφήσει ήσυχο να χαίρεται τους χειροκροτητές του. Στο κάτω κάτω γιατί αποφέρουν ψήφους οι ύβρεις, όταν δεν αυξάνουν την τηλεθέαση στα κανάλια που τις αναπαράγουν;
Ας δούμε το πράγμα από τη λαϊκή και από την ιστορική πλευρά του. Ως προς το πρώτο σκέλος, τα καφενεία έχουν πεισθεί ότι το όνομα Μητσοτάκης δεν ταιράζει πουθενά αλλού παρά μονάχα πλάι στη λέξη “πρωθυπουργός”. Η κληρονομική δημοκρατία έχει δυστυχώς την πολλαπλή εκλογική επιδοκιμασία του ελληνικού λαού. Για τον κ. Μητσοτάκη το μόνο που ισχύει είναι: Πρωθυπουργός ή τίποτα. Πολύ σωστά. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει; Να συγγράφει; Να ζωγραφίζει; Να ερευνά; Αν τα μπορούσε αυτά, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουμε ούτ’ ένα ίχνος τους;
Ως προς την ιστορική πλευρά του θέματος, ισχυρίζομαι ότι το φαινόμενο στο οποίο προσπαθεί να σύρει τη χώρα ο κ. Μητσοτάκης ονομάζεται “Εριστική”. Στην “Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος” ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος χρησιμοποιεί τον όρο για να αποδώσει την αγριότητα τον θρησκευτικών ερίδων. Στην εριστική πλεονάζει αυτό ακριβώς για το οποίο κατηγορεί τον Σύ.ρι.ζα: Ο λαϊκισμός. Όσο για την άλλη κατηγορία του, δηλαδή “επαγγελματίες ψεύτες”, αγνοήστε την κατά 50%. Να μη φοβάστε τους ψεύτες, αλλά να τρέμετε εμπρός στους… ανεπάγγελτους επαγγελματίες!
*Ο Νάσος Γεννήθηκε στην Αθήνα και δημοσιογραφεί από 20 χρονών . Είναι Βουλευτής Αττικής με τον ΣΥΡΙΖΑ και Κοσμήτορας της Βουλής. ΄Εχει εργαστεί στις εφημερίδες “΄Εθνος”, “Καθημερινή”, “Ελεύθερος Τύπος”, καθώς και στα περιοδικά “Ένα” και “Εικόνες”. Επίσης έχει εργαστεί στους τηλεοπτικούς σταθμούς ΕΤ1 (“Κάθε Μεσημέρι”, “Τρείς στον αέρα”) και Mega Channel (“Η εκπομπή”). Σε δημοσιογραφικά πάντοτε προγράμματα δραστηριοποιήθηκε και στο ραδιόφωνο σε διάφορους σταθμούς (ΕΡΑ, SKY, FLASH). Διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ και, σε κρίσιμες στιγμές της, την εκπροσώπησε στη Διεθνή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων. Σπούδασε νομικά, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τα Αρχαία Ελληνικά Δίκαια, αλλά δεν επαγγελματοποίησε τις νομικές σπουδές του. Διετέλεσε νομαρχιακός σύμβουλος Αθηνών και δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων. Σήμερα είναι περιφερειακός σύμβουλος Αττικής. Βιβλία του: “Προσωπικοί Παράδεισοι” (μυθιστόρημα), καθώς και τα προοριζόμενα για παιδιά “Το δένδρο που έγινε άγγελος”, “Τρίων ο Πέστροφας” και” Το στραβό έλατο”.